Τετάρτη 8 Μαΐου 2024

Προτεινόμενη ταινία: 'Daliland'

-Πώς είναι να δουλεύεις για τον Νταλί;
-Σα να προσγειώθηκες σε άλλον πλανήτη!


Έναν χρόνο μετά τον θάνατο του Πικάσο, ο Νταλί (Ben Kingsley), αν και με προχωρημένο Πάρκινσον, θέλει ακόμα περισσότερο να αποτυπώνει τον εσωτερικό και εξωτερικό ψυχισμό σε κάθε πίνακά του. Η σχέση του με την Γκαλά (Barbara Sukowa) που σε κάθε ευκαιρία ψάχνει νέο ερωμένο, απλά τον ανακουφίζει καθώς η υπερσεξουαλική της δραστηριότητα του αφήνει χρόνο να δημιουργήσει. Όταν ο νεαρός Τζέιμς (Christopher Briney) (τον οποίο ο ζωγράφος θα αποκαλεί -μεταξύ εκατοντάδων άλλων- Άγιο Σεβαστιανό) αναλάβει βοηθός του και τον γοητεύσει με την ποιητική παρατηρητικότητα του, το σύμπαν του θα αρχίσει να αποκωδικοποιείται.
Το παράξενο μετατρέπει σε πρωτότυπο κάθε τι που το εμπνέει. Σε αυτό το συντριπτικό ρητό, χαράσσεται η εξέλιξη του Νταλί, μέχρι και την εποχή του απόηχου της διαβολικής έμπνευσης. Βλέπουμε τον βουαγιεριστή, τσιγκούνη αλλά ιδιοφυή καλλιτέχνη να έρχεται αντιμέτωπος με την φθορά.


Daliland: Μία ταινία μας ταξιδεύει στη χώρα του Νταλί

The painting is not a painting

Με σύντομες χρονικές αναδρομές, εστιάζουμε στο διαφορετικό αφήγημα της οργής: Στην εποχή που η νεολαία θέλει ειρήνη και αγάπη, εκείνον τον κινητοποιεί -και εμπνέει- αποκλειστικά η οργή. Η καταπιεσμένη οργή στις έσχατες μέρες του, τον οδηγεί να πουλάει την υπογραφή του ως ανάμνηση της καλλιτεχνικής του μοναδικότητας. Όλοι κλέβουν από τον Νταλί κάτι, καθώς είναι ξέχειλος από όσα συναθροίζονται στην τέχνη του.

Όταν η κουστωδία τρέφεται από το «κτήνος»

Με τους Αμάντα Λιρ και Άλις Κούπερ να υπενθυμίζουν πως «οι παρέες γράφουν ιστορία», ο κόσμος των πάρτι, της υπερβολής και της επιβεβλημένης χαράς φέρει ακόμα περισσότερους προβληματισμούς που μας οδηγούν στο παρακάτω ερώτημα: Είμαστε τελικά η υπογραφή μας; Η έχουμε δικαίωμα σε πολλά πρόσωπα και υπογραφές;

Daliland: Μία ταινία μας ταξιδεύει στη χώρα του Νταλί

Η σύνοψη της ταινίας

Στα τελευταία χρόνια του θυελλώδους γάμου του ιδιοφυούς Σαλβαδόρ Νταλί και της τυραννικής συζύγου του Γκαλά, ο φαινομενικά ακλόνητος δεσμός τους αρχίζει να σπάει. Τοποθετημένη στη Νέα Υόρκη και την Ισπανία του 1973, η ιστορία εκτυλίσσεται μέσα από τα μάτια του Τζέιμς, ενός νεαρού βοηθού γκαλερίστα που θέλει να ανελιχθεί στον κόσμο της τέχνης και βοηθά τον εκκεντρικό και ανισόρροπο Νταλί να προετοιμαστεί για μία μεγάλη έκθεση.




Το όραμα της σκηνοθέτιδας

«Πριν από επτά χρόνια, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα για να αναλάβω μία ταινία για τον Σαλβαντόρ Νταλί. Αρχικά ήμουν επιφυλακτική γιατί είχα ήδη κάνει μία ταινία για έναν εμβληματικό καλλιτέχνη με το I Shot Andy Warhol, και δεν ήθελα να κινηθώ σε παρόμοιο πλαίσιο» εξηγεί η Μέρι Χάρον.
Όταν όμως έδειξε το υλικό της έρευνας στον σύζυγο της, τον σεναριογράφο και σκηνοθέτη Τζον Γουόλς, εκείνος σκέφτηκε μία ιδέα που την ώθησε να αλλάξει γνώμη. «Το πιο συναρπαστικό στην πλοκή ήταν ο φόβος του Νταλί για τον θάνατο. Αυτό τον έκανε πολύ ανθρώπινο. Παρόλο που ήταν μία ιδιοφυία, μας έμοιαζε πολύ. Δεν θέλαμε να κάνουμε μία κλασική βιογραφία. Αποφασίσαμε να κινηθούμε σε ένα μικρό χρονικό πλαίσιο και να επικεντρωθούμε στον Νταλί ως άνθρωπο και όχι ως καλλιτέχνη» επισημαίνει ο Γουόλς. «Στη Μέρι άρεσε επίσης ότι η Γκαλά δεν είχε παρουσιαστεί ξανά, οπότε τονίσαμε τον ρόλο της. Μας ενθουσίασε η ευκαιρία να στρέψουμε το βλέμμα στον ταραχώδη γάμο τους».
Για να μπούμε στον κόσμο τους, το όχημα που επινόησαν οι δημιουργοί ήταν ένας νεαρός ενζενί, ο Τζέιμς, που κινείται ανάμεσα τους με την ελπίδα να εκπαιδευτεί πλάι στον ήρωα του, τον Νταλί.
Το άλλο στοιχείο που εξέτασαν ήταν η ζωή του Νταλί ως ηλικιωμένου άντρα στη Νέα Υόρκη στα ‘70s, με καλλιτεχνικές συνεργασίες με τον Άλις Κούπερ και εξόδους στο Studio 54: «Ζούσε με πολύ μοντέρνο τρόπο στα ‘70s, αν και όλοι τον έχουμε στο μυαλό μας σαν έναν σουρεαλιστή των ‘30s» λέει η Χάρον.
«Πιστεύω ότι η ταινία της Μέρι θα προκαλέσει πολλά διαφορετικά συναισθήματα στο κοινό, οι θεατές θα γελάσουν, θα δακρύσουν και θα συνειδητοποιήσουν ότι ο Νταλί ήταν πραγματικά ένα αίνιγμα. Όλοι ξέρουν το μουστάκι του και τον πίνακα με τα ρολόγια που λιώνουν, αλλά λίγοι ξέρουν ποιος ήταν πραγματικά ο Νταλί» σχολιάζει ο Εντ Πρέσμαν, ένας από τους παραγωγούς της ταινίας. «Πιστεύω ότι με έναν απρόσμενο τρόπο η ταινία της Μέρι θα τον κάνει ακόμα πιο μυστηριώδη και ότι οι θεατές θα νιώσουν την ανάγκη να σκαλίσουν πιο βαθιά αυτή την ιδιοφυία».




Daliland: Μία ταινία μας ταξιδεύει στη χώρα του Νταλί

Μία ιστορία ενηλικίωσης και γήρατος

Η Χώρα του Νταλί είναι μία ιστορία ενηλικίωσης και ένα καυστικό, αστείο και τρυφερό πορτρέτο της κρίσης που βιώνει στα γηρατειά ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα. Βρισκόμαστε στο 1974 στη Νέα Υόρκη, όπου ο 70χρονος σουρεαλιστής Σαλβαντόρ Νταλί μένει μερικούς μήνες τον χρόνο στο St Regis Hotel με τη σύζυγο και μούσα του, την έντονη και εκρηκτική Γκαλά. Ο Τζέιμς Λίντον είναι ένας νεαρός βοηθός σε γκαλερί, τον οποίο συμπαθεί ο Νταλί και τον καλεί στον κόσμο του για να τον βοηθήσει να προετοιμαστεί για τη νέα του έκθεση. Είναι μέσα από τα μάτια του Τζέιμς που βιώνουμε την περιπέτεια της χώρας του Νταλί.
Ο νεαρός ενθουσιάζεται με τον πρωτόγνωρο και λαμπερό αυτόν κόσμο και ελπίζει ότι θα μάθει πολλά για την τέχνη βοηθώντας τον θρυλικό ζωγράφο. Παρόλο που τον διακατέχει δέος για τον Νταλί, πολύ σύντομα θα αναγνωρίσει μία ευάλωτη πλευρά στο πρόσωπο του ηλικιωμένου καλλιτέχνη, που φοβάται τον θάνατο. Παράλληλα, ο γάμος του με την Γκαλά περνάει κρίση. Ο Τζέιμς θα μάθει πολλές αλήθειες: όχι μόνο για την τέχνη, αλλά και για την πολύπλοκη και γεμάτη ελαττώματα φύση του ανθρώπου πίσω από τους ιδιοφυείς πίνακες, τους θεατρινισμούς και το εμβληματικό μουστάκι.

Daliland: Μία ταινία μας ταξιδεύει στη χώρα του Νταλί

Για τον Νταλί η Νέα Υόρκη είναι ένα πάρτι, όπου προκαλεί και διασκεδάζει. Παρέα με την νεαρή του μούσα, την πανέμορφη τρανς Αμάντα Λιρ, ο 70χρονος Νταλί ζει στο άκρα.
Καθώς η κάμερα κινείται ακούραστα, η ταινία αιχμαλωτίζει τη γεμάτη εκπλήξεις περιπέτεια του νεαρού Τζέιμς καθώς κυκλοφορεί σε έναν σαγηνευτικό κόσμο γεμάτο μοντέλα, κινηματογραφικούς αστέρες και ένα μείγμα από τις υψηλές και χαμηλές κοινωνικές τάξεις. Άλλωστε, τα ‘70s ήταν η εποχή της φοβερής μουσικής, των τρομερών πάρτι και η ταινία παρακολουθεί τον Τζέιμς καθώς απολαμβάνει τη ζωή στο Μανχάταν, που δονείται στον ρυθμό του glam rock.
Σε άκρα αντίθεση με τη σκηνή των ‘70s στη Νέα Υόρκη, μία σειρά από flashback μας αποκαλύπτουν την έντονη ιστορία αγάπης ανάμεσα στον Νταλί και την Γκαλά. Μέσα από ένα ρομαντικό φίλτρο, ο Νταλί διηγείται στον Τζέιμς ιστορίες από τα νιάτα του. Οι σκηνές αυτές φέρουν την ατμόσφαιρα των ταινιών των ‘30s, όπως συμβαίνει αντίστοιχα με τις σκηνές των ’70s.
Η τελευταία πράξη της ταινίας διαδραματίζεται στο Καδακές, το αγαπημένο καταφύγιο του Νταλί στην Ισπανία, όπου καθηλώνεται και εμπνέεται από τα βραχώδη τοπία. Το ύφος της ταινίας αλλάζει από ρομαντική νοσταλγία σε παράλογη κωμικότητα και σε στιγμές θλίψης, καθώς το ζευγάρι περνάει τα τελευταία του χρόνια μεταξύ μίσους και εξάρτησης.




Οι χαρακτήρες

Ο Σερ Μπεν Κίνγκσλεϊ για τον Νταλί

«Θυμάμαι τον Πίτερ Μπρουκ να μου λέει ότι ένας ηθοποιός πρέπει πάντα να βρίσκει μία πτυχή του χαρακτήρα πιο σπουδαία από τον ίδιο τον εαυτό του. Ότι κάποιος πρέπει να κάνει ένα άλμα προς τα μπροστά και με τον Νταλί ήταν σαν να αναρριχώμαι σε μία τεράστια ισπανική πανοπλία. Μεγαλύτερη από εμένα, από την πνευματική μου δυνατότητα, τη φαντασία μου, τα πάθη μου».
«Τον αγάπησα πολύ παίζοντας τον και μελετώντας πολλές ώρες υλικών. Με ενθάρρυνε να σκέφτομαι διαφορετικά και να παίρνω ρίσκα. Είχα τρομάξει, αλλά κάποια στιγμή ο φόβος υποχώρησε και αναδύθηκε η χαρά και η ανάγκη να πούμε την ιστορία έγινε επιτακτική».
«Όταν έφτασα στο γύρισμα, σταμάτησα να διαβάζω τα βιβλία του και να βλέπω τα DVD του. Έπρεπε να βρω τη διαφορά ανάμεσα στη μίμηση και την απόδοση του. Δημιούργησα τον δικό μου Νταλί και δεν υπέκυψα στον τρόμο να μιμούμαι κάθε μανιερισμό του. Ποτέ δεν έγινα εκείνος, υπάρχει διαχωρισμός και μία τρομαχτική απόσταση, όπως όταν ένας ακροβάτης κλυδωνίζεται μπρος πίσω και ξαφνικά αφήνεται και πηδάει στο κενό και πιάνει τον άλλον ακροβάτη. Αυτό είναι συναρπαστικό και αυτό είναι που θέλει να δει ο θεατής».
«Είναι ευλογημένος όποιος συνεργάζεται με έναν ηθοποιό που εμπιστεύεται. Με την Μπάρμπαρα Σούκοβα εμπιστευτήκαμε ο ένας τον άλλον στη λιγοστή παρέα μας. Εννοώ ότι δεν πηγαίνω για δείπνο με τους συμπρωταγωνιστές μου. Η διαδικασία είναι καλύτερη όταν λειτουργώ σαν ερημίτης. Μου αρέσει να ανακαλύπτω τον άλλον ηθοποιό μπροστά στην κάμερα. Ανακαλύψαμε ο ένας τον άλλον, και η Γκαλά και ο Νταλί ανακάλυψαν ο ένας τον άλλον και όλο κύλησε όμορφα, γιατί δεν τους κρίναμε. Το σενάριο τους ρίχνει σε μία πολύ άβολη χημεία. Είναι ένα παράφωνο ντουέτο. Με την Αντρέα, που υποδύεται την Αμάντα Λίρ, ήμασταν ένα αρμονικό ντουέτο. Οι χαρακτήρες μας δεν είχαν συγκρούσεις».




«Η Μέρι Χάρον έκανε πολύ καλές επιλογές στο καστ και φρόντισε η ενέργεια του ενός να κυλάει στον άλλον. Επιτρέπει στον ηθοποιό να βυθίζεται στον ρόλο».
«Όταν κάθομαι στην καρέκλα του μακιγιάζ, έχω τα μάτια μου κυρίως κλειστά και μετά τα ανοίγω για να δω το πρόσωπο του Νταλί στο πρόσωπο μου. Επίσης δεν ντύνομαι μπροστά σε καθρέφτη. Όλη η ομάδα έκανε απίστευτη δουλειά. Έκαναν πολλή έρευνα, δούλεψαν σκληρά και όταν τελικά έστρεψα το βλέμμα στον καθρέφτη, δεν με έβλεπα πια».




Η Μπάρμπαρα Σούκοβα ως Γκαλά

«Έχω υποδυθεί ξανά ιστορικές προσωπικότητες και προτιμώ πάντα να διαβάζω ό,τι προέρχεται από τους ίδιους, γράμματα και αυτοβιογραφίες. Το πρόβλημα με την Γκαλά είναι ότι δεν υπήρχε τίποτα. Ήξερα ότι ήταν από τη Ρωσία και βρήκα δύο βιογραφίες της, που ήταν επικριτικές».
«Η Γκαλά είχε πολύ μεγάλο ρόλο στην επιτυχία του Νταλί. Νομίζω ότι εκείνος είχε πει ότι τον έσωσε. Ο Νταλί ήταν τρελός όταν τη γνώρισε. Η Γκαλά είχε σχέση με τον Πολ Ελυάρ και είχε ζήσει σε ερωτικό τρίγωνο με τον Μαξ Ερνστ και τον Ελυάρ. Όταν συνάντησε τον Νταλί, κάτι εκπληκτικό συνέβη. Τη συνεπήρε και τον ερωτεύτηκε και ήξερε ότι θα του αφιέρωνε τη ζωή της».
«Νομίζω ότι είχαν ερωτικές σχέσεις στην αρχή και όχι μετά. Ο Νταλί ήταν ηδονοβλεψίας και η Γκαλά τον ερέθιζε καλλιτεχνικά. Του άρεσε το πάθος της και εκείνη του δόθηκε ολοκληρωτικά, παρόλο που είχε άλλες σχέσεις. Την έχουν επικρίνει και κατηγορήσει για σεξουαλικές σχέσεις της με νεότερους άντρες. Νομίζω ότι προσπαθούσε να αναζωπυρώσει το αρχικό πάθος της με τον Νταλί».
«Η ταινία παρακολουθεί την περίοδο που είναι πια μεγάλοι και έχουν μία επιτυχημένη καλλιτεχνική πορεία έχοντας χτίσει έναν ολόκληρο κόσμο γύρω τους. Περιτριγυρίζονται από νέους ανθρώπους για να νιώσουν νέοι».
«Άνθρωποι όπως ο Άλις Κούπερ και η Αμάντα Λιρ ήταν στις ζωές τους γιατί λάτρευαν την ομορφιά και ήθελαν όμορφους ανθρώπους γύρω τους. Η Γκαλά είχε το ταλέντο να δημιουργεί τους άλλους».


«Ο Μπεν Κίνγκσλεϊ είναι εκπληκτικός ηθοποιός. Είναι ο Νταλί κάθε λεπτό, ακόμα και εκτός κάμερας. Ακόμα και στην πρώτη πρόβα, είχε ήδη κατακτήσει την προφορά του».
«Η Γκαλά είναι προφανώς μία πολύ σύνθετη προσωπικότητα. Στο σενάριο μιλάνε πολύ για αυτήν, ακόμα και όταν δεν είναι παρούσα. Κάνει την παρουσία της αισθητή, ακόμα και αν μιλάει λίγο. Διατήρησα το μυστήριο της. Μπορείς να την ερμηνεύσεις με πολλούς τρόπους. Είναι σκληρή και απότομη, αλλά και ευάλωτη».




Κρίστοφερ Μπράινι ως Τζέιμς

«Υποδύομαι τον Τζέιμς, τον φακό μέσα από τον οποίο εκτυλίσσεται η ιστορία του Νταλί και της Γκαλά και το πώς προσπαθούν να αγκιστρωθούν στη νεότητα τους. Έχει να κάνει με τους ανθρώπους που επιλέγουν να συναναστρέφονται και ο Τζέιμς παθιάζεται με αυτόν τον κόσμο. Ο Τζέιμς ερωτεύεται την Τζινέστα, που υποδύεται η Σούκι Γουοτερχάουζ. Αλλά είναι σε τελείως διαφορετικές φάσεις κι αυτό τον πληγώνει πολύ».
«Αν έκανα τη σύνοψη της ταινίας θα έλεγα ότι είναι ένα ονειρικό ταξίδι στον σουρεαλιστικό κόσμο του Νταλί, όπου ο Τζέιμς μπαίνει για λίγο».
«Η Γκαλά και ο Νταλί δεν μπορούν να υπάρξουν ο ένας χωρίς τον άλλον και ο Τζέιμς καταλαβαίνει ότι πρέπει να σέβεται την Γκαλά γιατί πυροδοτεί τον Νταλί να δημιουργήσει.
Στην ιστορία μας, η Γκαλά δεν σέβεται τον Τζέιμς. Τον χαστουκίζει, τον φτύνει, αλλά την ανέχεται από σεβασμό».




Η Αντρέα Πέτζιτς ως Αμάντα Λιρ




«Υποδύομαι την Αμάντα Λιρ, που ήταν μούσα του Νταλί. Έγραψε ένα υπέροχο βιβλίο με τίτλο Η ζωή μου με τον Νταλί. Τη θαυμάζω από μικρή και πάντα ήθελα να τη συναντήσω. Ποτέ δεν φαντάστηκα ότι θα την υποδυθώ σε ταινία».
«Η Αμάντα ήταν μία εκπληκτική γυναίκα που είχε σπουδαία σχέση με τον Νταλί και ήταν στο επίκεντρο του καλλιτεχνικού κόσμου στο Παρίσι και το Λονδίνο. Έβγαινε με τον Ντέιβιντ Μπάουι και ήταν το It girl των ‘70s και των ‘80s».
«Η ταινία παρακολουθεί την αρχή της σχέσης της με τον Νταλί πριν γίνει βασίλισσα της ντίσκο. Η Αμάντα ήταν αμφίσημη, έπαιξε με την αρρενωπότητα και τη θηλυκότητα και ήταν πραγματικά ζόρικη. Έμαθα τις χορευτικές της κινήσεις και προσπάθησα να αιχμαλωτίσω το χάρισμα της».
«Η συνεργασία με τον Μπεν Κίνγκσλεϊ ήταν ένα όνειρο που εκπληρώθηκε. Έμαθα τόσα πολλά».




Ο Ρούπερτ Γκρέιβς ως Κάπτεν Πίτερ Μορ

«Ο Κάπτεν Πίτερ Μορ ήταν ο γραμματέας του Νταλί, έκανε τα πάντα. Ο Νταλί δημιουργούσε μαγεία και ο Κάπτεν Μορ την αξιοποιούσε. Δεν ήταν αυτός που έλεγε. Έπαιζε έναν ρόλο κι αυτό άρεσε στον Νταλί».
«Η ιστορία της ταινίας με ενδιέφερε πολύ. Η ιδέα ότι ένας καλλιτέχνης που ήταν σουρεαλιστής όταν ήταν πια ξεπερασμένο και που έφτασε στην Αμερική και επινόησε τον εαυτό του εκ νέου ως έναν εκκεντρικό ισπανό ζωγράφο».




Η Σούκι Γουοτερχάουζ ως Τζινέστα

«Είναι ένας επινοημένος χαρακτήρας, οπότε είχαμε περιθώριο να παίξουμε. Είναι μία από τις μούσες του Νταλί και θέλει να ταιριάξει στον κόσμο αυτό. Της αρέσει να είναι γύρω από τον Νταλί»
«Η σχέση της με τον Τζέιμς έχει πολύ ενδιαφέρον. Της αρέσει, αλλά η χώρα του Νταλί είναι τόσο καταιγιστική και ο Τζέιμς δεν την προλαβαίνει».
«Η συνεργασία με τον σερ Μπεν, ήταν από τις πιο φωτεινές στιγμές. Να τον βλέπω να αυτοσχεδιάζει με τους άλλους, να θέτει τον τόνο για το καστ και το συνεργείο, καθώς ενσάρκωνε τον Νταλί σχεδόν συνέχεια».



Παραλειπόμενα

Η ενδυματολόγος Χάνα Έντουαρτς έκανε εκτενή έρευνα σε βιβλία και στα έργα τέχνης του Νταλί, άκουσε διάφορα podcast, μελέτησε βιογραφίες και έμαθε από τις συναντήσεις που είχαν διάφοροι άνθρωποι με τον Νταλί και την Γκαλά. Μελέτησε επίσης την περίοδο της δεκαετίας του ’70, πριν την disco και στο ξεκίνημα της punk, όπως εκφραζόταν στις ΗΠΑ.
Η Γκαλά στα εβδομήντα της χρόνια δεν φωτογραφιζόταν όσο ο Νταλί. Η έρευνα της ενδυματολόγου έδειξε ότι αγαπούσε την υψηλή ραπτική και τα κοσμήματα. Στο κάστρο της, στο Φιγκέρες, βρίσκονται πολλά κοσμήματα της, μερικά κομμάτια μάλιστα τα είχε σχεδιάσει ο Νταλί. Όλα έγιναν πηγή έμπνευσης για τα κοσμήματα που φοράει η Γκαλά στην ταινία.
Η θρυλική Swarovski προμήθευσε την παραγωγή με πολλά κρύσταλλα τα οποία ενσωματώθηκαν στα ρούχα της Σούκι Γουοτερχάουζ, που υποδύεται την Τζινέστα.
Η σκηνογράφος Ισόνα Ριγκάου είναι Καταλανή και μεγάλωσε κοντά στην περιοχή Φιγκέρες, όπου διατηρούσε σπίτι ο Νταλί και πέρασε πολύ χρόνο προς το τέλος της ζωής του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου